Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2008

Κ. Καβάφης

ΦΩΝΗ από τη ΘΑΛΑΣΣΑ Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή — φωνή που μπαίνει μες στην καρδιά μας και την συγκινεί και την ευφραίνει. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη, όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός. Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό. Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε, αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα, σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα, τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός, γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά. Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη της θάλασσας ο πόθος· θα σε ’πη μια λέξι το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά. Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή — φωνή που μπαίνει μες στην καρδιά μας και την συγκινεί και την ευφραίνει. Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —το τραγικό παράπονο των πεθαμένων, που σάβανό των έχουν τον ψυχρόν αφρό, και κλαίν για ταις γυναίκες των, για τα παιδιά των, και τους γονείς των, για την έρημη φωλιά των, ενώ τους παραδέρνει πέλαγο πικρό, σε βράχους και σε πέτραις κοφτεραίς τους σπρώχνει, τους μπλέκει μες στα φύκια, τους τραβά, τους διώχνει, κ’ εκείνοι τρέχουνε σαν νάσαν ζωντανοί με ολάνοιχτα τα μάτια τρομαγμένα, και με τα χέρια των άγρια, τεντωμένα, από την αγωνία των την υστερνή. Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —το τραγικό παράπονο των πεθαμένων που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό. Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν, και με λουλούδια χέρια προσφιλή στολίζουν, και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ’ ευσπλαγχνικό. Τάφο, που ο πανάχραντος Σταυρός φυλάει, που κάποτε κανένας ιερεύς θα παή θυμίαμα να κάψη και να ‘πη ευχή. Χήρα τον φέρνει που τον άνδρα της θυμάται ή υιός, ή κάποτε και φίλος που λυπάται. Τον πεθαμένο μνημονεύουν· και κοιμάται πιο ήσυχα, συγχωρεμένη η ψυχή. Κ. Καβάφης

4 σχόλια:

  1. ΕΙΣ ΤΗ ΣΕΛΗΝΗ

    Εκ των του Shelley

    Μήπως από ανίαν έγινες χλωμή
    του ν’ αναβαίνης εις τον ουρανόν,
    και προς την γην να ατενίζης,
    άνευ συντρόφου να γυρίζης
    μέσω αστέρων ξένων, μακρυνών.
    Είναι η αλλαγή σου η παντοτεινή
    ως οφθαλμού άνευ χαράς και συμπαθείας
    ουδέν ευρίσκοντος άξιον ευσταθείας.

    Κ. Καβάφης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΕΛΕΓΕΙΑ των ΛΟΥΛΟΔΙΩΝ


    Όσα λουλούδια υπάρχουν, το καλοκαίρι ανθίζουν
    Κι’ απ’ όλα τα λουλούδια του κάμπου φαίνεται
    η νεότης πιο ωραία. Aλλά μαραίνεται
    γρήγορα, και σαν πάει δεν ξαναγένεται·
    η πασχαλι[αίς] με της δροσιάς τα δάκρυα την ραντίζουν.

    Όσα λουλούδια υπάρχουν, το καλοκαίρι ανθίζουν.
    Aλλά τα ίδια μάτια δεν τα κυττάζουνε.
    Και άλλα χέρια σ’ άλλα στήθεια τα βάζουνε.
    Έρχοντ’ οι ίδιοι μήνες, πλην ξένοι μοιάζουνε·
    τα πρόσωπα αλλάξαν και δεν τ’ αναγνωρίζουν.

    Όσα λουλούδια υπάρχουν,το καλοκαίρι ανθίζουν.
    Aλλά με την χαρά μας πάντα δεν μένουνε.
    Aυτά οπού ευφραίνουν, αυτά πικραίνουνε·
    κ’ επάνω εις τους τάφους, που κλαίμε, βγαίνουνε,
    καθώς τους γελαστούς μας τους κάμπους χρωματίζουν.

    Πάλ’ ήλθε καλοκαίρι κ’ οι κάμποι όλοι ανθίζουν.
    Aλλ’ απ’ το παραθύρι δύσκολα φθάνεται.
    Και το υαλί μικραίνει-μικραίνει, χάνεται.
    Το πονεμένο μάτι θολώνει, πιάνεται.
    Βαρυά τα κουρασμένα πόδια, δεν μας στηρίζουν.

    Για μας δεν είναι φέτος που οι κάμποι όλοι ανθίζουν.
    Λησμονημένου Aυγούστου κρίνοι μάς στέφουνε,
    τ’ αλλοτεινά μας χρόνια γοργά επιστρέφουνε,
    σκιαίς αγαπημέναις γλυκά μάς γνέφουνε
    και την φτωχή μας την καρδιά γλυκά αποκοιμίζουν.

    Κ. Καβάφης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ΦΩΝΑΙ ΓΛΥΚΕΙΑΙ

    Είν’ αι γλυκύτεραι φωναί όσαι διά παντός
    εσίγησαν, όσαι εντός
    καρδίας μόνον λυπηράς πενθίμως αντηχούσιν.

    Εν τοις ονείροις έρχονται δειλαί και ταπειναί
    αι μελαγχολικαί φωναί,
    και φέρουν εις την μνήμην μας την τόσον ασθενή

    αποθανόντας ακριβούς, ους κρύα κρύα γη
    καλύπτει, και δι’ ους αυγή
    ποτέ δεν λάμπει γελαστή, ανοίξεις δεν ανθούσιν.

    Στενάζουν αι μελωδικαί φωναί· κ’ εν τη ψυχή
    η πρώτη ποίησις ηχεί
    του βίου μας — ως μουσική, την νύκτα, μακρυνή.

    Κ. Καβάφης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ΚΑΛΟΣ ΚΑΚΟΣ ΚΑΙΡΟΣ

    Δεν με πειράζει αν απλώνη
    έξω ο χειμώνας καταχνιά, σύννεφα, και κρυάδα.
    Μέσα μου κάμνει άνοιξι, χαρά αληθινή.
    Το γέλοιο είναι ακτίνα, μαλαματένια όλη,
    σαν την αγάπη άλλο δεν είναι περιβόλι,
    του τραγουδιού η ζέστη όλα τα χιόνια λυώνει.

    Τι ωφελεί οπού φυτρώνει
    λουλούδια έξω η άνοιξις και σπέρνει πρασινάδα!
    Έχω χειμώνα μέσα μου σαν η καρδιά πονεί.
    Ο στεναγμός τον ήλιο τον πιο λαμπρό σκεπάζει,
    σαν έχεις λύπη ο Μάης με τον Δεκέμβρη μοιάζει,
    πιο κρύα είναι τα δάκρυα από το κρύο χιόνι.

    Κ. Καβάφης

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ευχαριστώ για την επίσκεψη.
Grazie per la tua Gentilezza.

Lunapiena