Στους μεταγενέστερους
Αλήθεια, σε μαύρα χρόνια ζω!
Τα λόγια που δεν κεντρίζουν
είναι σημάδι χαζομάρας.
Ένα λείο μέτωπο, αναισθησίας.
Εκείνος που γελάει
Δεν έχει μάθει ακόμα
Τις τρομερές ειδήσεις.
Μα τι καιροί λοιπόν ετούτοι, που
Είν' έγκλημα σχεδόν..
όταν μιλάς για δέντρα
Γιατί έτσι παρασιωπάς
χιλιάδες κακουργήματα!
Αυτός εκεί πού διασχίζει ήρεμα το δρόμο
Ξέκοψε πια ολότελα απ' τους φίλους του
Πού βρίσκονται σ' ανάγκη.
Είναι σωστό:
το ψωμί μου ακόμα το κερδίζω.
Όμως πιστέψτε με:
Είναι εντελώς τυχαίο.
Απ' ό,τι κάνω,
Τίποτε δε μου δίνει το δικαίωμα
να φάω ως να χορτάσω.
Έχω γλιτώσει κατά σύμπτωση.
(Λίγο η τύχη να μ' αφήσει, χάθηκα.)
Μου λένε: Φάε και πιες!
Να 'σαι ευχαριστημένος που έχεις!
Μα πώς να φάω και να πιω,
όταν
Το φαγητό μου τ' αρπάζω
από τον πεινασμένο,
όταν
Κάποιος διψάει
για το ποτήρι το νερό που έχω;
Κι ωστόσο, τρώω και πίνω.
Θα 'θελα ακόμα να 'μουνα σοφός.
Τ' αρχαία βιβλίο λένε τί είναι η σοφία:
Μακριά να μένεις
απ' τις επίγειες συγκρούσεις
και δίχως φόβο
Τη λιγοστή ζωή σου να περνάς.
Θεωρούν σοφό ακόμα
Το δρόμο σου να τραβάς
αποφεύγοντας τη βία
Στο κακό ν' ανταποδίνεις το καλό
Να μη χορταίνεις τις επιθυμίες σου,
αλλά να τις ξεχνάς.
Μου είναι αδύνατο να πράξω όλα τούτα:
Αλήθεια, σε μαύρα χρόνια ζω!
Ήρθα στις πόλεις...
την ε π ο χ ή της αναστάτωσης
Όταν εκεί, βασίλευε η πείνα.
Ήρθα μες στους ανθρώπους
στην εποχή της α ν τ α ρ σ ί α ς
Και ξεσηκώθηκα μαζί τους.
Έτσι κύλησε ο χρόνος
Που πάνω στη γη μου δόθηκε.
Το ψωμί μου το 'τρωγα ανάμεσα στις μάχες.
Για να κοιμηθώ,
πλάγιαζα ανάμεσα στους δολοφόνους.
Αφρόντιστα δινόμουνα στον έρωτα
Κι αντίκριζα τη φύση δίχως υπομονή.
Έτσι κύλησε ο χρόνος
Που πάνω στη γη μου δόθηκε
Στον καιρό μου,
οι δρόμοι φέρνανε στη λάσπη.
Η μιλιά μου με κατέδιδε στο δήμιο.
Λίγα περνούσαν απ' το χέρι μου.
Όμως, αν δεν υπήρχα
Οι αφέντες θα στέκονταν πιο σίγουρα,
αυτό έ λ π ι ζ α τουλάχιστον.
Έτσι κύλησε ο χρόνος
Που πάνω στη γη μου δόθηκε.
Οι δυνάμεις ήτανε μετρημένες.
Ο στόχος
Βρισκότανε πολύ μακριά.
Φαινόταν ολοκάθαρα, αν και για μένα
Ήταν σχεδόν απρόσιτος.
Έτσι κύλησε ο χρόνος
Που πάνω στη γη μου δόθηκε.
Εσείς,
που θ' αναδυθείτε μέσ' απ' τον κατακλυσμό
Που εμάς μας έπνιξε,
Όταν για τις αδυναμίες μας μιλάτε
Σκεφτείτε
Και τα μαύρα χρόνια
Που ε σ ε ί ς γλυτώσατε
Εμείς περνάγαμε,
αλλάζοντας χώρες
πιο συχνά από παπούτσια,
Μέσα από ταξικούς πολέμους,
απελπισμένοι σα βλέπαμε,
Την αδικία να κυριαρχεί
και να μην υπάρχει εξέγερση.
Κι όμως το ξέραμε:
Ακόμα και το μίσος
ενάντια στην ευτέλεια
Παραμορφώνει τα χαρακτηριστικά.
Ακόμα κι η οργή
ενάντια στην αδικία
Βραχνιάζει τη φωνή.
Αλίμονο, εμείς
Που θέλαμε
να ετοιμάσουμε το δρόμο στη φιλία
Δεν καταφέρναμε
να 'μαστε φίλοι ανάμεσά μας.
Όμως εσείς, όταν θα ‘ρθει ο καιρός
Ο άνθρωπος να βοηθάει τον άνθρωπο
Να μας θυμάστε
Με κάποιαν επιείκεια.
Μπ. Μπρεχτ
Μεταφρ. Τίτος Πατρίκιος
"Στον καιρό μου,
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι δρόμοι φέρνανε στη λάσπη.
Η μιλιά μου με κατέδιδε στο δήμιο.
Λίγα περνούσαν απ’ το χέρι μου.
Όμως, αν δεν υπήρχα..
Οι αφέντες θα στέκονταν πιο σίγουρα,
αυτό έλπιζα τουλάχιστον.
Έτσι κύλησε ο χρόνος
Που πάνω στη γη μου δόθηκε.."
Μπ. Μπρεχτ
"Κάθομαι στην άκρη του δρόμου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ οδηγός αλλάζει τον τροχό.
Δε μου ΄δωσε χαρά ο τόπος πού έμενα.
Δε μου δίνει χαρά ο τόπος πού πάω.
Τότε γιατί κοιτάω την αλλαγή του τροχού
μ΄ αδημονία;"
Μπρεχτ
Εξαίρετη επιλογή
Μοναδικός ο Μπρεχτ
Καλό σου βράδυ Lunapiena
ΑΝ ΜΕΙΝΟΥΝΕ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν μείνουνε τα πράγματα όπως είναι
είσαστε χαμένοι.
Η μεταβολή, ναι, είναι εσάς ο φίλος σας,
και η διαφωνία ο σύμμαχός σας στον αγώνα.
Από το τίποτα
κάτι πρέπει εσείς να φτιάξετε,
οι δε του κόσμου οι παντοδύναμοι
να γίνουν πρέπει τίποτα.
Αυτό που ήδη κατέχετε αφήστε το·
πιάστε πάρτε αυτό που σας αρνιούνται
BERTOLT BRECHT