του Θεατρικού Έργου:
"Φονικό στην Εκκλησία"
του T. S. Eliot
...μια μοίρα πάνω στο σπίτι,
μια μοίρα πάνω σου,
μια μοίρα πάνω στον κόσμο.
Τίποτε δε γυρεύουμε να γίνει.
Εφτά χρόνια ζήσαμε ήσυχα,
πετύχαμε να μη μας προσέχουν,
ζώντας και ψευτοζώντας.
Είχαμε τυραννία και χλιδή,
είχαμε φτώχεια και παραλυσία,
είχαμε ακόμη κάποιες αδικίες.
Ωστόσο πηγαίναμε ζώντας,
ζώντας και ψευτοζώντας.
Κάποτε μας λείπει το σιτάρι,
κάποιες έχουμε καλή σοδειά,
τον ένα χρόνο έχουμε βροχές,
τον άλλο χρόνο αναβροχιά,
τον ένα χρόνο τα μήλα περισσεύουν,
τον άλλο χρόνο λείπουν τα δαμάσκηνα.
Ωστόσο πηγαίναμε ζώντας,
ζώντας και ψευτοζώντας.
Γιορτάσαμε τις γιορτές,
πήγαμε στην εκκλησιά,
φτιάξαμε μπύρα και μηλίτη,
μαζέψαμε ξύλα για το χειμώνα
κουβεντιάσαμε στη γωνιά του τζακιού,
κουβεντιάσαμε στη γωνιά του δρόμου,
κουβεντιάσαμε κι όχι πάντα ψιθυριστά,
ζώντας και ψευτοζώντας.
Είδαμε γάμους, γέννες και θανάτους,
Είχαμε σκάνδαλα λογής-λογής,
είχαμε φόρους που μας βασάνιζαν,
είχαμε γέλια και κουτσομπολιά,
εξαφανίστηκαν πολλές κοπέλες
ανεξήγητα, και κάποιες που δεν είτανε γι αυτά.
Όλοι μας είχαμε τους ατομικούς μας τρόμους,
τους ιδιαίτερους Ίσκιους μας,
τους μυστικούς μας φόβους.
Μα τώρα ένας μεγάλος φόβος έπεσε πάνω μας,
φόβος όχι του ενός... μα του πλήθους,
ένας φόβος σαν τη γέννηση και το θάνατο,
όταν βλέπουμε τη γέννηση και το θάνατο μόνους
μέσα σε ένα κενό, κατάμονους,
Φοβούμαστε ένα φόβο
που δε μπορούμε να γνωρίσουμε
που δε μπορούμε ν' αντικρίσουμε,
που κανείς δεν καταλαβαίνει,
κι oι καρδιές βίας ξεριζώνονται,
το μυαλό μας ξεφλουδίζεται
σαν τις φλούδες κρεμμυδιού,
και ο εαυτός μας χαμένος χαμένος
-σ' έναν μελικό φόβο..
που κανείς δεν καταλαβαίνει.
απόδοση στα Ελληνικά.. από Γ. Σεφέρη