SIDDHARTA
"Βλέπεις μέσα στην καρδιά μου"
είπε θλιμμένα ο Σιντάρτα
είπε θλιμμένα ο Σιντάρτα
"Το σκέφτηκα πολλές φορές.
Αλλά πες μου πώς μπορώ να τον στείλω,
αυτόν που χωρίς άλλο δεν έχει μαλακή καρδιά,
Αλλά πες μου πώς μπορώ να τον στείλω,
αυτόν που χωρίς άλλο δεν έχει μαλακή καρδιά,
σ’ αυτόν τον κόσμο;
Δε θα γίνει αυθάδης, δεν θα χαθεί μέσα
Δε θα γίνει αυθάδης, δεν θα χαθεί μέσα
στη δύναμη και την ηδονή, δεν θα επαναλάβει
όλες τις αυταπάτες του πατέρα του,
δεν θα χαθεί ίσως για πάντα... μέσα στη σανσάρα;"
Το χαμόγελο του περαματάρη άστραψε φωτεινά,
άγγιξε τρυφερά το μπράτσο του Σιντάρτα και είπε
"Ρώτα τον ποταμό γι’ αυτό φίλε!
Άκουσέ τον να γελάει γι’ αυτό!
Μα πιστεύεις πραγματικά πως γνώρισες τις τρέλες σου
για να απαλλάξεις το γιο σου απ’ αυτές;
Και είσαι ικανός να προστατέψεις το γιο σου
απ’ τη σανσάρα;
απ’ τη σανσάρα;
Και πώς; Με διδαχές, με ικεσίες, με προτροπές;
Αγαπημένε, ξέχασες λοιπόν ολότελα εκείνη την ιστορία,
εκείνη τη γεμάτη διδάγματα ιστορία του βραχμάνου,
του Σιντάρτα, που μου διηγήθηκες κάποτε
σ’ αυτό το μέρος;
σ’ αυτό το μέρος;
Ποιος προφύλαξε τον Σιντάρτα από τη σανσάρα,
από την αμαρτία, από την απληστία, από την ανοησία;
Μπόρεσε να τον προφυλάξει
η ευσέβεια του πατέρα του,
η ευσέβεια του πατέρα του,
η νουθεσία των δασκάλων του,
μπόρεσε να τον προφυλάξει
μπόρεσε να τον προφυλάξει
η ίδια του η θέληση, η ίδια του η αναζήτηση;
Ποιος πατέρας, ποιος δάσκαλος μπόρεσε
να τον προστατέψει από την επιθυμία
να ζήσει ο ίδιος τη ζωή,
να λερωθεί ο ίδιος από τη ζωή,
να πάρει μόνος του πάνω του την ενοχή,
να τον προστατέψει από την επιθυμία
να ζήσει ο ίδιος τη ζωή,
να λερωθεί ο ίδιος από τη ζωή,
να πάρει μόνος του πάνω του την ενοχή,
να πιει μόνος του το πικρό πιοτό,
να βρει μονάχος του το δρόμο του;
Πιστεύεις λοιπόν, αγαπημένε, πως..
να βρει μονάχος του το δρόμο του;
Πιστεύεις λοιπόν, αγαπημένε, πως..
θα μπορούσε κάποιος να απαλλαγεί
απ’ αυτόν το δρόμο;
απ’ αυτόν το δρόμο;
Ίσως ο μικρός σου γιος, επειδή τον αγαπάς,
επειδή θα τον απάλλασσες πρόθυμα
από την οδύνη,
επειδή θα τον απάλλασσες πρόθυμα
από την οδύνη,
από τον πόνο και την απογοήτευση;
Αλλά ακόμα κι αν πέθαινες δέκα φορές γι’ αυτόν,
δεν θα μπορούσες να του αποσπάσεις
μ’ αυτόν τον τρόπο ούτε το μικρότερο μέρος
του πεπρωμένου του"
"Φοβήθηκε ποτέ ένας σαμάνος ή ένας βραχμάνος
ΑπάντησηΔιαγραφήπως θα μπορούσε νά ’ρθει κάποιος και να του κλέψει την σοφία, την ευσέβεια και τη σοβαρότητά του; Όχι, αφού του ανήκουν, και δίνει απ’ αυτά μόνον ό,τι θέλει να δώσει και όταν θέλει. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την Καμάλα και τις χάρες της αγάπης. Το στόμα της Καμάλα είναι κόκκινο και όμορφο, αλλά δοκίμασε να το φιλήσεις χωρίς τη θέλησή της και δε θά ’χεις ούτε σταγόνα! Είσαι διψασμένος για μάθηση, Σιντάρτα. Μάθε λοιπόν αυτό: την αγάπη μπορεί κανείς να τη ζητιανέψει, να την αγοράσει, να την πάρει δώρο, να τη βρεί στο δρόμο, αλλά να την κλέψει δεν μπορεί. Σκέφτηκες λάθος δρόμο. Όχι, θά ’ταν κρίμα ν’ αρχίσει έτσι ένας τόσο όμορφος νέος σαν κι εσένα».
Ο Σιντάρτα είπε: «Τί μπορώ να σου πω εγώ, σεβάσμιε; Μήπως πως αναζητάς υπερβολικά; Πως η αναζήτηση σ’ εμποδίζει να βρεις;»
ΑπάντησηΔιαγραφή«Μα πώς;» ρώτησε ο Γκοβίντα.
«Όταν κάποιος ζητάει», είπε ο Σιντάρτα, «συμβαίνει να συχνά να μη βλέπουν τα μάτια του παρά μόνο το πράγμα που ζητάει, συμβαίνει να μην είναι ικανός να βρει τίποτα, επειδή σκέφτεται πάντα μόνο αυτό που ζητάει, επειδή έχει ένα σκοπό, επειδή κατέχεται από τον σκοπό. Ζητάω θα πει: έχω ένα σκοπό. Βρίσκω όμως σημαίνει: είμαι ελεύθερος, στέκομαι ανοιχτός, δεν έχω κανένα σκοπό. Εσύ, σεβάσμιε, είσαι κατά πάσα πιθανότητα πραγματικά ένας αναζητητής, αφού, επιδιώκοντας το σκοπό σου, δεν βλέπεις μερικά πράγματα που είναι εμπρός στα μάτια σου
..απόσπασμα από το βιβλίο "Σιντάρτα" του Έρμαν Έσσε